Κολονοσκόπηση - Affidea Ελλάδος

Η κολονοσκόπηση είναι η εξέταση εκλογής για την διερεύνηση των παθήσεων του παχέος εντέρου και του τελικού ειλεού. Πραγματοποιείται με το κολονοσκόπιο, έναν μακρύ ελαστικό σωλήνα διαμέτρου μερικών χιλιοστών που εισέρχεται από τον πρωκτό και ελέγχει το βλεννογόνο μέσω μιας κάμερας με φως που διαθέτει στο άκρο του. Εκτός από την άμεση επισκόπηση του τοιχώματος του εντέρου, η κολονοσκόπηση παρέχει τη δυνατότητα λήψης βιοψιών από πιθανές βλάβες, καθώς και την πραγματοποίηση θεραπευτικών χειρισμών (αιμόσταση, καυτηριασμό βλαβών, πολυπεκτομές). Η κολονοσκόπηση αποτελεί μία ασφαλή, ανώδυνη εξέταση ρουτίνας, που μπορεί να προλάβει εύκολα, άμεσα και αποτελεσματικά, δυσάρεστες επιπτώσεις στην υγεία, και εν τέλει να σώσει ζωές.

Το μεγάλο πλεονέκτημα της εξέτασης αυτής είναι η πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου. Η κακοήθεια στο παχύ έντερο είναι η δεύτερη συχνότερη αιτία θανάτου από καρκίνο στον κόσμο και η 3η συχνότερη κακοήθεια, μετά τον καρκίνο του μαστού και του πνεύμονα. Στο μεγαλύτερο ποσοστό των περιπτώσεων, ξεκινά από έναν μικρό πολύποδα στο τοίχωμα του εντέρου, που αναπτύσσεται τοπικά και στα αρχικά στάδια δεν προκαλεί κάποιο σύμπτωμα. Η εξέλιξη σε καρκίνο του παχέος είναι συνήθως μια μακροχρόνια διαδικασία που κρατάει περισσότερο από 10 έτη. Η εμφάνιση συμπτωμάτων, όπως απόφραξη (ειλεός) ή αιμορραγία, πιθανότατα υποδηλώνει πως η κακοήθεια βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο (τοπική επέκταση ή και απομακρυσμένες μεταστάσεις) και απαιτεί χειρουργική ή και ογκολογική αντιμετώπιση. Η συντριπτική πλειοψηφία (91%) των ασθενών με περιορισμένη νόσο επιβιώνουν πάνω από 5 χρόνια, 70% των ασθενών με τοπικά προχωρημένη νόσο ξεπερνούν τα 5 χρόνια ζωής, ενώ μόλις 14% αυτών με μεταστάσεις ζουν πάνω από 5 έτη. Με την κολονοσκόπηση μπορούμε να εντοπίσουμε και να αφαιρέσουμε ενδοσκοπικά τους πολύποδες αυτούς προτού προλάβουν να εξαλλαγούν ή να επεκταθούν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τόσο την πρόληψη, όσο και την άμεση και οριστική θεραπεία, χωρίς ο ασθενής να χρειάζεται να υποβληθεί σε μεγάλα και επώδυνα χειρουργεία, εξαντλητικές χημειοθεραπείες ή ακτινοβολίες.

Στις περισσότερες χώρες του δυτικού κόσμου, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες, όλοι οι ενήλικες θα πρέπει να υποβάλλονται σε προσυμπτωματικό έλεγχο με κολονοσκόπηση στα 50 έτη της ηλικίας τους, καθώς 9 στα 10 περιστατικά κακοήθειας του εντέρου αφορούν ηλικίες άνω των 50 ετών. Ανάλογα με τα ευρήματα της εξέτασης, θα πρέπει να την επαναλαμβάνουν μετά από μερικά χρόνια, σύμφωνα με τις οδηγίες του γαστρεντερολόγου τους, μέχρι τουλάχιστον την ηλικία των 75 ετών. Άτομα με οικογενειακό ιστορικό (συγγενείς 1ου βαθμού) κακοήθειας του εντέρου συστήνεται να ξεκινούν τον έλεγχο ακόμη νωρίτερα. Τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται μείωση στο συνολικό ποσοστό του καρκίνου του παχέος εντέρου, γεγονός που καταδεικνύει και τη μεγάλη αξία της κολονοσκόπησης στην πρόληψή του. Ωστόσο, υπάρχει η τάση το όριο ηλικίας έναρξης του ελέγχου να μειωθεί στα 45 έτη, καθώς σημειώνεται αυξημένη συχνότητα εμφάνισης κακοήθειας σε μικρότερες ηλικίες. Όταν παρουσιαστούν ύποπτα συμπτώματα, όπως αίμα στα κόπρανα, κοιλιακό άλγος, πτώση του αιματοκρίτη ή διαταραχή στη συχνότητα και τη σύσταση των κενώσεων, θα πρέπει να αναζητηθεί η συμβουλή γαστρεντερολόγου και πιθανόν να χρειαστεί ενδοσκοπικός έλεγχος άμεσα, και πριν από την ηλικία των 50 ετών.

Συστήνεται να προηγείται επικοινωνία με το Διαγνωστικό Κέντρο που θα επισκεφθείτε για διευκρινίσεις επί της προετοιμασίας, καθώς δύναται να διαφοροποιείται βάσει ιστορικού του ασθενούς.