Ποιος ο ρόλος του Botox® στη θεραπεία της ημικρανίας - Affidea Ελλάδος

7 Απριλίου, 2023

Ποιος ο ρόλος του Botox® στη θεραπεία της ημικρανίας

Η αλλαντική ή αλλιώς βοτουλινική τοξίνη τύπου-Α είναι μια πρωτείνη (νευροτοξίνη) που παράγεται από το αναερόβιο βακτήριο Clostridium botulinum και χρησιμοποιείται θεραπευτικά για την αντιμετώπιση πληθώρας οφθαλμολογικών, νευρολογικών και δερματολογικών παθήσεων παγκοσμίως. Σήμερα η ενδομυϊκή έγχυση της αλλαντικής τοξίνης τύπου-Α (Botox®) είναι ευρέως γνωστή για τις εφαρμογές της στον τομέα της αισθητικής δερματολογίας, με πλέον δημοφιλή την εφαρμογή της στην καταπολέμηση των ρυτίδων έκφρασης.

Στην πραγματικότητα η χρήση της παρουσιάζει μοναδικά θεραπευτικά οφέλη για την αντιμετώπιση πολλών νευρολογικών παθήσεων, συμπεριλαμβανομένης της χρόνιας ημικρανίας, αλλά και της σπαστικότητας άκρων, της δυστονίας, του ημίσπασμου προσώπου και του συνδρόμου υπερδραστήριας ουροδόχου κύστης με ολοένα διευρυνόμενο φάσμα εγκεκριμένων ενδείξεων στην κλινική πράξη.

Σχετικά με την εφαρμογή της αλλαντικής τοξίνης τύπου-Α (Botox®) στην ημικρανία, ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν επιδημιολογικά δεδομένα από την Ελλάδα που καταδεικνύουν ότι περίπου 600.000 Έλληνες πάσχουν από ημικρανία, ενώ 100.000 Έλληνες πάσχουν από χρόνια ημικρανία, δηλαδή ημικρανία με τουλάχιστον 15 ημέρες κεφαλαλγίας ανά μήνα και τουλάχιστον 8 εξ αυτών των επεισοδίων να παρουσιάζουν τυπικούς ημικρανικούς χαρακτήρες (φωτοφοβία, φωνοφοβία, αύρα κ.λπ.).1

Χαρακτηριστικό δε είναι ότι ενώ οι πάσχοντες από κεφαλαλγία στην Ελλάδα παρουσιάζουν μειωμένη λειτουργική ή εργασιακή απόδοση διάρκειας κατά μέσο όρο 2,8 ημέρες το μήνα (που αντιστοιχεί σε 30,9 εκατομμύρια εργάσιμες ημέρες ετησίως), μόλις 1 στους 5 ασθενείς συμβουλεύεται ειδικούς για τη θεραπεία των πονοκεφάλων του, ενώ το 85% των ασθενών δε λαμβάνει κάποια προφυλακτική φαρμακευτική αγωγή.2

Πώς επιδρά η αλλαντική τοξίνη (Botox®) στη χρόνια ημικρανία;

Η έγχυση αλλαντικής τοξίνης τύπου-A (Botox®) σε ένα συγκεκριμένο μυ δρα ως ισχυρός αναστολέας της μυϊκής σύσπασης καθώς εμποδίζει την απελευθέρωση νευροδιαβιβαστών (ακετυλοχολίνης) στη νευρομυϊκή σύναψη, δηλαδή στη θέση όπου πραγματοποιείται η μετάδοση ερεθισμάτων από το νεύρο στο μυ. Το θεραπευτικό πρωτόκολλο που χρησιμοποιείται στην κλινική πράξη για την πρόληψη της χρόνιας ημικρανίας συγκεκριμένα προβλέπει έγχυση αλλαντικής τοξίνης τύπου-A (Botox®) σε 31-39 σημεία σε μύες της κεφαλής και του λαιμού.3

Η ελεγχόμενη μυϊκή χαλάρωση που επάγεται από την έγχυση της αλλαντικής τοξίνης αποτελεί έναν μόνο από τους παθοφυσιολογικούς μηχανισμούς που εμπλέκονται στη δράση της στη χρόνια ημικρανία. Η αλλαντική τοξίνη δρα επίσης αναστέλλοντας την έκκριση προφλεγμονωδών και διεγερτικών νευροδιαβιβαστών και νευροπεπτιδίων, απευαισθητοποιώντας κατά αυτόν τον τρόπο αισθητικές νευρικές απολήξεις που απολήγουν στους εγχυόμενους μύες και ελαττώνοντας τα σήματα πόνου που φτάνουν στον εγκέφαλο.

Κατά συνέπεια, η αλλαντική τοξίνη αποτρέπει την ενεργοποίηση και ευαισθητοποίηση περιφερικών και κεντρικών νευρικών οδών που θεωρείται ότι εμπλέκονται στον μηχανισμό ανάπτυξης χρόνιας ημικρανίας.4

 

Σε ποια επιστημονικά δεδομένα στηρίζεται η θεραπεία με αλλαντική τοξίνη (Botox®) στη χρόνια ημικρανία;

Η ενδομυϊκά εγχυόμενη αλλαντική τοξίνη τύπου-A (Botox®) αποτελεί μια αποτελεσματική και τεκμηριωμένη θεραπεία, που ήδη από το 2010 έχει λάβει την επίσημη έγκριση του Οργανισμού Φαρμάκων των Ηνωμένων Πολιτειών (FDA) για την καταπολέμηση της χρόνιας ημικρανίας.

Η έγκριση του FDA υποστηρίχθηκε από τα αποτελέσματα της μελέτης PREEMPT (Phase III REsearch Evaluating Migraine Prophylaxis Therapy 1), μιας διπλά τυφλής, τυχαιοποιημένης κλινικής μελέτης ελεγχόμενης με εικονικό φάρμακο, που συμπεριλαμβάνοντας 682 ασθενείς με χρόνια ημικρανία, απέδειξε αφενός ότι η έγχυση της αλλαντικής τοξίνης ήταν ασφαλής με ελάχιστες ανεπιθύμητες ενέργειες, και αφετέρου τεκμηρίωσε την αποτελεσματικότητα της θεραπείας, καθώς έδειξε μια σημαντική μείωση στις ημέρες, στη διάρκεια και την ένταση κεφαλαλγίας, καθώς και σημαντική βελτίωση στην ποιότητα ζωής των ασθενών.3

Έκτοτε μεγάλος αριθμός επιστημονικών μελετών συνηγορούν υπέρ της ευεργετικής επίδρασης της αλλαντικής τοξίνης τύπου-A (Botox®) στη χρόνια ημικρανία, ενώ μετα-αναλύσεις επιβεβαιώνουν τη σημαντική μείωση των ημερών κεφαλαλγίας ανά μήνα, των ημερών λήψης φαρμάκων για τον οξύ πονοκέφαλο ανά μήνα και τη θετική επίπτωση στη λειτουργικότητα και την ποιότητα ζωής των ασθενών.5,6

Σε συμφωνία με τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες, η Ελληνική Εταιρεία Κεφαλαλγίας συνιστά τη χρήση της αλλαντικής τοξίνης τύπου-A σε ασθενείς που πάσχουν από χρόνια ημικρανία.2 Ωστόσο, εξαιτίας του υψηλού κόστους της θεραπείας,  για την κάλυψη του κόστους του φαρμάκου από το δημόσιο ασφαλιστικό τομέα, απαιτείται οι ασθενείς να έχουν προηγουμένως δοκιμάσει δύο τουλάχιστον διαφορετικές φαρμακοθεραπείες, στις οποίες είτε να μην έχουν ανταποκριθεί είτε λόγω ανεπιθύμητων ενεργειών να δικαιολογείται η χρήση αλλαντικής τοξίνης τύπου-A (Botox®).

 

Ποια είναι τα οφέλη και οι πιθανές παρενέργειες από τη χρήση της αλλαντικής τοξίνης;

Στα οφέλη της αλλαντικής τοξίνης τύπου-A (Botox®) πέραν της προαναφερθείσας μείωσης των ημερών κεφαλαλγίας ανά μήνα, της μείωσης της διάρκειας και της έντασης κεφαλαλγίας, καθώς και της σημαντικής βελτίωσης της ποιότητας ζωής των ασθενών, συγκαταλέγονται επίσης η μείωση της χρήσης παυσίπονων και η έλλειψη συστηματικών παρενεργειών λόγω της τοπικής δράσης της αλλαντικής τοξίνης.

Καθώς η έγχυση του φαρμάκου πραγματοποιείται με εξαιρετικά λεπτή βελόνα, η θεραπεία είναι ελάχιστα επώδυνη. Αντίστοιχα, οι παρενέργειες που μπορεί να παρατηρηθούν από την έγχυση του Botox® είναι σπάνιες, κατά κανόνα πλήρως αναστρέψιμες, ενώ περιλαμβάνουν συμπτώματα όπως αυχεναλγία, μυϊκή αδυναμία ή σπανιότερα βλεφαρόπτωση.

Στην κλινική πράξη, η δράση του φαρμάκου εμφανίζεται κατά κανόνα εντός λίγων εβδομάδων από την έγχυση, ενώ η αποτελεσματικότητα της θεραπείας για την πρόληψη της χρόνιας ημικρανίας αξιολογείται μετά από τουλάχιστον 2 κύκλους εγχύσεων, που πραγματοποιούνται συνήθως με απόσταση 3 ή 4 μηνών.

Εν κατακλείδι αξίζει να επισημανθεί πως η έγχυση οφείλει να γίνεται από κατάλληλα εκπαιδευμένους ιατρούς με εμπειρία στη χρήση της αλλαντικής τοξίνης (Botox®), ενώ η ένδειξη της θεραπείας πρέπει να γίνεται πάντοτε εξατομικευμένα και μετά από ενδελεχή νευρολογική εκτίμηση των ασθενών που πάσχουν από χρόνια ημικρανία.

 

 

 

Γράφει η Dr. Μαρία-Ιωάννα Στεφάνου, MD, MSc, Dr.med., Νευρολόγος

MSc Clinical Neuroscience King’s College London, Ηνωμένο Βασίλειο,

Διδάκτωρ Ιατρικής του Eberhard Karls University of Tübingen, Γερμανία,

Επιστημονικά Υπεύθυνη Affidea Αθηνών & Περιστερίου